"Αν δεν καώ εγώ,αν δεν καείς εσύ,αν δεν καούμε εμείς,πώς θα γενούνε τα σκοτάδια λάμψη.."Ναζίμ Χικμέτ

Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2009

ΤΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΖΕΙ ΣΤΙΣ ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΞΕΓΕΡΣΕΙΣ!

Η φετινή επέτειος του Πολυτεχνείου έρχεται στο φόντο της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του κεφαλαίου, μίας κρίσης η οποία με την ένταση και τη διάρκειά της δείχνει να κλονίζει σε βάθος το οικοδόμημα του καπιταλισμού στην εποχή μας. Οι πιστοί ακόλουθοι της «ελεύθερης αγοράς», του νεοφιλελευθερισμού – σοσιαλφιλελευθερισμού, της ιδιωτικοποίησης και της λειτουργίας των πάντων με γνώμονα το κέρδος, της ευελιξίας της εργασίας οδήγησαν στη μεγαλύτερη καπιταλιστική κρίση των τελευταίων δεκαετιών, αποδεικνύοντας ότι ο καπιταλισμός στην εποχή μας όχι μόνο δεν μπορεί να εξασφαλίσει τις ανάγκες εργαζομένων και νεολαίας με την «αυτορρύθμιση» της ελεύθερης αγοράς, αλλά πολύ περισσότερο αδυνατεί να τους στρατεύσει σε ένα θετικό όραμα, την ίδια στιγμή που γίνεται όλο και πιο καταστροφικός για τον κόσμο της δουλειάς, για το περιβάλλον και τις δημοκρατικές ελευθερίες των λαών. Είναι μία κρίση που έχει επίκεντρο την καρδιά του καπιταλιστικού κόσμου (ΗΠΑ, ΕΕ κλπ), με πρωτοφανή διάρκεια και αντοχή απέναντι στις «ενέσεις ρευστότητας», αφορά τομείς και κλάδους «σύμβολα» της καπιταλιστικής κερδοφορίας. Ο καπιταλισμός σήμερα δε βρίσκεται μόνο αντιμέτωπος με μία χρηματοπιστωτική κρίση, αλλά με μία βαθύτερη κρίση που εδράζεται στις ίδιες τις σχέσεις παραγωγής. Με αυτή την έννοια, δεν πρόκειται απλά για κρίση του νεοφιλελευθερισμού ούτε ενός δήθεν ακραίου «καπιταλισμού – καζίνο», όπως πολλοί διατείνονται, αλλά για μία κρίση που προκύπτει από τις δομικές αντιφάσεις του ίδιου του συστήματος της εκμετάλλευσης και της ληστρικής κερδοφορίας. Από οικονομική άποψη είναι μία κρίση υπερσυσσώρευσης που κλονίζει όλα τα δόγματα της αστικής κυρίαρχης ιδεολογίας δημιουργώντας ρήγματα και αποκαλύπτει τη βαρβαρότητα του σύγχρονου καπιταλισμού, ακολουθώντας τις αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις των προηγούμενων χρόνων που εφάρμοσαν οι κυβερνήσεις διεθνώς. Για την υπέρβαση της κρίσης και τη σταθεροποίηση της κερδοφορίας του, το κεφάλαιο ετοιμάζει μία νέα εκστρατεία ενάντια στα εργατικά και νεολαιίστικα δικαιώματα. Ολόκληρο το πολιτικό αστικό σύστημα συστρατεύεται για να βγάλει το κεφάλαιο όσο πιο αλώβητο γίνεται από την κρίση, ρίχνοντας τα βάρη της στους εργαζόμενους, καλώντας τους στο όνομα της εθνικής οικονομίας να πληρώσουν τα σπασμένα. Μετά τα 700 δις που απλόχερα δώθηκαν στις τράπεζες με το σχέδιο Πόλσον στις ΗΠΑ, η ΕΕ χαρίζει 300 δις στα επιχειρηματικά συμφέροντα και από κοντά η ελληνική κυβέρνηση παραχωρεί 28 δις (ας μη ξεχνάμε ότι το νέο ασφαληστρικό νομοσχέδιο έγινε στο όνομα της ενίσχυσης των αποθεματικών των ταμείων με 200εκ). Σε μία εποχή άγριας λιτότητας όπου κατά τ’ άλλα δεν υπάρχουν λεφτά για μισθούς, συντάξεις, παιδεία και υγεία. Στο όνομα της «θωράκισης» της οικονομίας οι κυβερνήσεις και η ΕΕ διαψεύδουν όσους ευαγγελίζονται ένα νέο «κοινωνικό συμβόλαιο» ή ένα πιο «φιλολαϊκό μοντέλο διαχείρισης», εξαπολύοντας μία νέα επιδρομή: με ένταση της εκμετάλλευσης, με ασφυκτική λιτότητα, με κόψιμο των κοινωνικών κονδυλίων, με ακόμα πιο αντιδημοκρατικά μέτρα, με όξυνση των πολεμικών συγκρούσεων που προκύπτουν από τους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς. Στο ίδιο πλαίσιο η κυβέρνηση της ΝΔ, με τη σύμπλευση του ΠΑΣΟΚ που ταυτίζεται με την ουσία της πολιτικής της, οξύνει τις αντιλαϊκές «μεταρρυθμίσεις». Όσο διαμορφώνεται η αστική στρατηγική απάντησης στην κρίση, τόσο πιο εμφανής γίνεται η νέα φάση επιθετικότερης προώθησης των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, που μπαίνουν υπό το πρίσμα των «αναγκαίων» μεταρρυθμίσεων.


ΤΑ ΑΙΤΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΄73 ΣΤΟ ΣΗΜΕΡΑ

Σε αυτές τις συνθήκες η ίδια η πραγματικότητα έρχεται να επαναδιατυπώσει το πνεύμα της ιστορίας του ηρωικού πολυτεχνείου, το πνεύμα των διεκδικήσεών του για ψωμί – παιδεία – ελευθερία.
Η νέα ταξική φοροεπιδρομή, ο μαζικός αποχαρακτηρισμός στα βαρέα και ανθυγεινά που έρχεται να επεκτείνει την ασφαληστρική μεταρρύθμιση, το νέο κύμα ιδιωτικοποιήσεων (Ολυμπιακή, ΟΣΕ, ΟΤΕ, λιμάνια, ΕΣΥ) στο δρόμο που χάραξε το ΠΑΣΟΚ, η κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, η αντιδραστική μεταρρύμιση του κράτους (Καποδίστριας ΙΙ, νέος εκλογικός νόμος) και η ένταση της λεηλασίας της φύσης (εργοστάσια λιθάνθρακα, Λευκίμμη – χώροι ταφής απορριμμάτων, χωροτακτικά σχέδια, εκχώρηση ελεύθερων χώρων στο κεφάλαιο, «άγιοι» αποχαρακτηρισμοί δασών) αποτελούν τα πρώτα δείγματα για το ποιος τελικά θα πληρώσει τα σπασμένα της κρίσης του κεφαλαίου και πώς θα επιχειρηθεί η θωράκιση της οικονομίας και του πολιτικού συστήματος. Προϋπόθεση βέβαια για όλα αυτά αποτελεί η παράλληλη συντριβή των οποιονδήποτε αντιδράσεων, το τσάκισμα του κινήματος και η επίθεση στα δημοκρατικά δικαιώματα και τις λαϊκές ελευθερίες (βλ. δολοφονία μεταναστών από τις δυνάμεις καταστολής, πρόσφατη αναμέτρηση του φοιτητικού κινήματος, κάμερες σε χώρους δουλειάς και εκπαιδευσης, άγρια καταστολή στις πορείες, κατάργηση ασύλου, ποινικές και δικαστικές διώξεις σε αγωνιστές και συνδικαλιστές). Παράλληλα, άλλο αέρα δίνουν τα μεγάλα κοινωνικά κινήματα που ξεσπούν και φαίνεται πως οι κοινωνικές συγκρούσεις αποτελούν καθοριστικό παράγοντα έτσι ώστε τα συμφέροντα εργαζομένων και νεολαίας να βγαίνουν στο προσκήνιο και να πετυγχαίουν νίκες.
Το μέτωπο της δημοκρατίας δεν αφορά μόνο το Πολυτεχνείο και δε μπορεί να αποτελεί απλά ένα διακοσμητικό περιτύλιγμα. Η έξαρση των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών σε Βαλκάνια και Καύκασο γίνονται σπίθες σε μπαρουταποθήκες εν ενεργεία. Οι μητροπόλεις του καπιταλισμού στην εποχή μας (ΗΠΑ, ΕΕ, Ρωσία) όχι μόνο ανταγωνίζονται για τις σφαίρες επιρροής τους και τον έλεγχο των ενεργειακών δρόμων, αλλά κυρίαρχα στοχεύουν στο βάθεμα της εκμετάλλευσης σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Άλλωστε, η σημερινή κρίση τους δίνει το έναυσμα τόσο για την ένταση των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων όσο και για το εκ νέου άνοιγμα ενός αντιδημοκρατικού μετώπου.

Το μέτωπο της εκπαίδευσης είναι για άλλη μία φορά στο επίκεντρο. Η πολιτική της κυβέρνησης και οι κατευθύνσεις της ΕΕ διαμορφώνουν το αντιδραστικό πλαίσιο της πλήρους υπαγωγής της εκπαίδευσης στις ανάγκες του κεφαλαίου, το φτηνό και «ευέλικτο» εργατικό δυναμικό που αυτό απαιτεί. Χέρι - χέρι με την εφαρμογή του αντιδραστικού νόμου πλαίσιο έρχεται η αναγνώριση των ΚΕΣ και η εξίσωση των επαγγελματικών δικαιωμάτων με αυτά της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, πετώντας παράλληλα δεκάδες χιλιάδες μαθητές έξω από τα δημόσια μέσω της γκιλοτίνας της βάσης του 10. Μέσα στο καλοκαίρι ψηφίστηκε ο νόμος που αναγνωρίζει την ακαδημαϊκή λειτουργία των κολεγίων, ως πρώτο βήμα για την μετέπειτα ενσωμάτωση της κοινοτικής οδηγίας 36/05 που τα ισοτιμεί επαγγελματικά με τα ΑΕΙ- ΤΕΙ. Η επί της ουσίας παράκαμψη του άρθρου 16 και του συσχετισμού που διαμόρφωσε το εκπαιδευτικό κίνημα ενάντια στην αναθεώρηση του, αποτελεί casus belli για το σύνολο του κόσμου της εκπαίδευσης. Οδηγεί στην κατάργηση των εργασιακών και επαγγελματικών δικαιωμάτων, στην απαξίωση των πτυχίων και της εργασιακής προοπτικής του συνόλου των αποφοίτων. Οδηγεί στην εισαγωγή ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων, στην πολυδιάσπαση της νεολαίας και στην ένταση του κατακερματισμού της εκπαίδευσης και της αποσύνδεσης των πτυχίων από τα επαγγελμαικά δικαιώματα. Η αναγνώριση των ιδιωτικών κολλεγίων βαθαίνει την όξυνση των ταξικών φραγμών, τη διάσπαση των γνωστικών αντικειμένων και των ενιαίων πτυχιών, ενώ αποτελεί μοχλό πίεσης για την υλοποίηση της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης στο δημόσιο πανεπιστήμιο, παράλληλα με την αξιολόγηση. Ταυτόχρονα η κυβέρνηση επιχειρεί την εφαρμογή του νόμου –πλαίσιο της πειθάρχησης και των ιδιωτικοοικονομικών-ανταποδοτικών κριτηρίων. Η λίστα συγγραμμάτων, που εμπεριέχει και την περικοπή βιβλίων οδηγεί στην εντατικοποίηση και την εξατομίκευση των σπουδών μέσα από την ασάφεια της ύλης και κινείται στην κατεύθυνση της περικοπής κοινωνικών δαπανών. Η εκπαιδευτική αναδιάρθρωση στο σύνολο της στοχεύει στη δημιουργία ενός νέου μοντέλου αποφοίτου – μελλοντικού εργαζόμενου ευέλικτου, αναλώσιμου, ειδικευμένου, χωρίς δικαιώματα και πειθαρχημένου. Εργαζόμενου που θα βρίσκεται σε ένα διαρκές κυνήγι πιστοποιητικών και δεξιοτήτων, περιπλανώμενος από την επισφαλή εργασία στην ανεργία και την επανακατάρτιση. Η κατεύθυνση αυτή υλοποιείται μέσα από την απαξίωση των πτυχίων και την αποδύνδεσή τους από τα επαγγελματικά δικαιώματα, την εντατικοποίηση των ρυθμών σπουδών, την πειθάρχηση του φοιτητικού σώματος, την ειδίκευση και τη διάσπαση γνωστικών αντικειμένων, καθώς και τη λειτουργία των Πανεπιστημίων με ιδιωτικο-οικονομικά ανταποδοτικά κριτήρια και την περαιτέρω υπαγωγή της ερευνητικής και εκπαιδευτικής διαδικασίας στις ανάγκες του κεφαλαίου.

ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΝΑ ΠΛΗΡΩΣΟΥΝ ΟΙ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΕΣ!

Στις συνθήκες αυτές, γίνεται πιο επείγουσα και πιο αναγκαία η ανάπτυξη αποφασιστικών και νικηφόρων αγώνων για την ανατροπή της επίθεσης, για να πληρώσει την κρίση το κεφάλαιο. Αγώνων που θα καταφέρουν καίρια πλήγματα στην πολιτική του αστικού συνασπισμού εξουσίας, που θα αμφισβητούν στην κατεύθυνση της ανατροπής το ίδιο το σύστημα που γεννά τις κοινωνικές ανισότητες και την εκμετάλλευση. Η δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου και η εξέγερση του Δεκέμβρη άνοιξε με δυναμικό τρόπο τα ερωτήματα για το μέλλον που προδιαγράφεται, αποτέλεσε την πρώτη παγκόσμια αντίδραση ενάντια στην επίθεση που δεχόμαστε. Κι αυτό γιατί, τα αίτια της εξέγερσης δεν μπορούν να αναλωθούν μόνο στο ότι, η νεολαία προβληματίζεται εντονότερα για το μέλλον γιατί έχει πιο προνομιακή σχέση με αυτό, αλλά στο ότι η νέα εργατική βάρδια είναι το πιο σκληρά εκμεταλλευόμενο κομμάτι της εργατικής τάξης που αντιλαμβάνεται με υλικούς όρους την δυσμένεια του παρόντος και του μέλλοντός της ,είναι ακριβώς αυτό το κομμάτι που δέχεται πιο έντονα τις συνέπειες της κρίσης. Ο Δεκέμβρης έδειξε τις εκρηκτικές δυνατότητες της εποχής και έβαλε το ζήτημα σύνδεσης τακτικής και στρατηγικής στην πραγματικότητα, στο τώρα και όχι στην μακρινή επαύριον που οι συσχετισμοί θα είναι καλύτεροι. Η όξυνση της ταξικής πάλης ιδιαίτερα μετά την κορύφωση του Δεκέμβρη αναδεικνύει μια περίοδο όπου δεν θα υπάρξουν περίοδοι ανακωχής αλλά κάθε μέρα θα υπάρχει ένταση που θα ανακυκλώνεται και θα μετασχηματίζεται από χώρο σε χώρο. Η εξέγερση του Δεκέμβρη «εξάχθηκε» διεθνώς με ανησυχητικά αποτελέσματα για τα αστικά επιτελεία (πχ Ισλανδία) ακόμα και σε χώρες πρότυπα οικονομικής και κοινωνικής σταθερότητας όπως η Ελβετία. Όσο η οικονομική ύφεση προχωρά και η κρίση οξύνεται αντίστοιχες κοινωνικές εκρήξεις θα βγαίνουν στο προσκήνιο και οι αγωνιζόμενοι θα ζητούν πίσω την κλεμμένη ζωή τους.
Με ένα ταξικό εργατικό κίνημα που θα παλεύει για γενικές συνελεύσεις, στα σωματεία και στους χώρους δουλειάς, για ανυποχώρητους αγώνες στο δρόμο. Κόντρα στον γραφειοκρατικοποιημένο και υποταγμένο συνδικαλισμό που επιχειρεί να εκτονώσει και να ενσωματώσει τις αναπτυσσόμενες τάσεις για αγώνες, που συνθηκολογεί με την εργοδοσία, στραγγαλίζει εργατικά δικαιώματα και μισθούς στο όνομα της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Για την ανατροπή του εργατικού – κοινωνικού μεσαίωνα, για τις σύγχρονες ανάγκες και δικαιώματα που δε χωράνε στους κανόνες της αγοράς. Με ένα μαχητικό κίνημα νεολαίας που θα προτάσσει τα κοινά της συμφέροντα. Μίας νεολαίας που βρίσκεται στο στόχαστρο σε κάθε επίπεδο της ζωής της. Καλείται να εργαστεί με μισθούς πείνας, ανασφάλιστη, ελαστική, περιπλανώμενη από την ανεργία στην ημιαπασχόληση και την επανακατάρτιση. Να στρατευθεί στα 18, να κοπεί από τη βάση του 10, να σπουδάσει στα ιδιωτικά κολέγια ή στο δημόσιο αναδιαρθρωμένο πανεπιστήμιο, να απεμπολήσει κάθε ελεύθερο χρόνο. Μία νεολαία που όμως έχει αποδείξει ότι μπορεί να αγωνίζεται και να αποσπά υλικές νίκες στο σήμερα.
Για μία νέα όξυνση του φοιτητικού κινήματος που θα διεκδικεί την ανατροπή των αντί – εκπαιδευτικών μέτρων και όλης της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης. Που θα συγκρούεται με την πολιτική της κυβέρνησης και τη συναίνεση του ΠΑΣΟΚ, που θα διεκδικεί την απεμπλοκή από τις οδηγίες και τις συνθήκες της ΕΕ (Μπολόνια, ΚΕΧΑΕ κλπ) κόντρα στη λογική του «ευρωμονοδρόμου».
Πρέπει να παλέψουμε για ένα κοινό μέτωπο αγώνα με τους εργαζόμενους, ένα μέτωπο εργαζομένων και νεολαίας, ενάντια στην λαίλαπα που έρχεται, ενάντια στο μέλλον που μας ετοιμάζουν. Πρέπει να παλέψουμε ώστε το Εργατικό Κίνημα να απομονώσει τις γραφειοκρατικές συνταγές που ακολουθεί η ηγεσία της Γ.Σ.Ε.Ε. και του ΠΑ.Μ.Ε. , αντίστοιχα να παλέψουμε για Φοιτητικούς Συλλόγους που δεν θα υποτάσσονται στις ορέξεις των ΔΑΠ-ΠΑΣΠ και τα διαχειριστικά σχέδια των ΑΡ.ΕΝ.–Π.Κ.Σ., να παλέψουμε για Συλλόγους μαχητικούς που θα καταφέρνουν να περικλείουν το σύνολο των φοιτητών και να καταφέρνουν υλικές νίκες. Μακριά από την λογική των κομματικών Επιτροπών Αγώνα(βλ. την πρόσφατη πρακτική της Π.ΚΣ. και στο Χημικό) που δρουν έξω από τις φοιτητικές συνελεύσεις και τιτλοφορούνται ως «φερέγγυες» και η «μοναδική λύση» για την ανασυγκρότηση του κινήματος.

Πρέπει να παλέψουμε για Γενικές Συνελεύσεις στους Φοιτητικούς Συλλόγους και τα εργατικά Σωματεία, καθώς οι Συνελεύσεις είναι η μόνη διαδικασία στην οποία μπορεί να συμμετέχει κάθε συνάδελφος με ισοτιμία λόγου και μπορεί πραγματικά να είναι συμμέτοχος στην απόφαση που παίρνεται. Είναι η μόνη διαδικασία στην οποία η ανάγκη να διεκδικήσουμε τα δικαιώματά μας παίρνει πολιτική όψη και μετατρέπεται σε αγώνα. Το δρόμο αυτό ακολουθήσαμε στις πρόσφατες μάχες του Φοιτητικού Κινήματος, το δρόμο αυτό ακολούθησαν οι απεργοί εργάτες των ίδιο δρόμο ακολούθησαν και οι αγωνιστές του Πολυτεχνείου για να ρίξουν την Χούντα.



ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΒΑΦΕΙ ΚΟΚΚΙΝΟ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΩΝ ΛΑΩΝ.

Και αν το Πολυτεχνείο του ΄73 φαίνεται μακρινό, πολύ κοντά είναι η δολοφονία του Ν. Τεμπονέρα και ο θάνατος 4 ανθρώπων στο κατάστημα «Κ. Μαρούση» στην Αθήνα έπειτα από φωτιά που προκάλεσε δακρυγόνο των ΜΑΤ το χειμώνα του ΄91. Η περίοδος εκείνη χαρακτηρίζεται από την αστάθεια του αστικού πολιτικού σκηνικού και την επαίσχυντη συγκυβέρνηση ΕΝΙΑΙΟΥ ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ(Κ.Κ.Ε.,Ε.Α.Ρ.) -Νέας Δημοκρατίας και από την άλλη η ύπαρξη ενός μαχητικού ,και με διάρκεια, εργατικού κινήματος με έντονα αντικυβερνητικά χαρακτηριστικά το οποίο θα αποτελέσει την κύρια αιτία για την μαζικότητα και την αποφασιστικότητα του μαθητικού κινήματος εκείνου του χειμώνα.«Οι καταλήψεις είναι παράνομες, οι ανακαταλήψεις είναι νόμιμες» θα δηλώσει στις 9 Γενάρη 1991 ο τότε νομάρχης Αχαΐας Τάγαρης, εκφράζοντας την γραμμή του κυβερνητικού επιτελείου. Το αποτέλεσμα ήταν η επίθεση μελών της ΝΔ και τραμπούκων της ΟΝΝΕΔ στο κτήριο του 3ου -7ου Λυκείου της Πάτρας η ανελέητη ξυλοκόπηση των μαθητών και η δολοφονία( με λοστό) του καθηγητή Ν. Τεμπονέρα. Φυσικός αυτουργός της δολοφονίας, ο πρόεδρος της τοπικής ΟΝΝΕΔ Ν. Καλαμπόκας και ηθικοί αυτουργοί όσοι σχεδίασαν την επίθεση αυτή, η κυβέρνηση, και ιδιαίτερα ο Υπ. Παιδείας Κοντογιαννόπουλος(βουλευτής του ΠΑΣΟΚ πλέον). Η επιδίωξη της λήθης γύρω από τα γεγονότα εκείνου του θερμού χειμώνα είναι απολύτως αναμενόμενη για την ΝΔ αλλά και το ΠΑΣΟΚ ,ωστόσο και η υπόλοιπη κοινοβουλευτική αριστερά(ΣΥΡΙΖΑ,ΚΚΕ) επιδιώκει ακριβώς το ίδιο, γιατί η στάση τους στο εκπαιδευτικό κίνημα τότε ήταν εχθρική-προδοτική και γιατί αρνούνται ακόμα ότι τα γεγονότα αυτά ήταν ξεκάθαρα κρατική δολοφονία, που προήλθε από τη δράση και την καθοδήγηση κρατικών μηχανισμών και παρακρατικών μηχανισμών.

Το μαχητικό μαθητικό κίνημα του 1991 και η δολοφονία του αγωνιστή καθηγητή Νίκου Τεμπονέρα, όπως και η πρόσφατη εξέγερση του Δεκέμβρη αποτελούν τα «σύγχρονα Πολυτεχνεία» μας και αποτελούν σταθμούς στην πάλη του εργατικού και νεολαιίστικου κινήματος για την κατάργηση του σημερινού εκμεταλλευτικού συστήματος!

Το φετινό πολυτεχνείο και η μεγάλη διαδήλωση στις 17/11 πρέπει να είναι η απαρχή μίας νέας αντεπίθεσης και κλιμάκωσης του εργατικού και νεολαιίστικου κινήματος. Η εξέγερση του Πολυτεχνείου δεν έρχεται από το παρελθόν αλλά από το μέλλον των κοινωνικών αγώνων. Γιατί όσο η πολιτική τους πλήττει τις ανάγκες και τα δικαιώματά μας, όσο το ΨΩΜΙ γίνεται πια ... δυσεύρετο για την ολοένα και μεγαλύτερη πλειοψηφία, όσο η ΠΑΙΔΕΙΑ διαμορφώνεται με βάση τις ανάγκες του κεφαλαίου και για όσο η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ και τα δημοκρατικά δικαιώματα τίθενται υπό την επιτήρηση του κράτους και των τρομονόμων, το Πολυτεχνείο θα βρίσκει πάντα τη θέση του στους κοινωνικούς αγώνες για τη ρήξη και την ανατροπή.

Δεν υπάρχουν σχόλια: